Πράσινα μάτια

Πράσινα μάτια, που απ΄τη ζωή μου περάσατε
ήρθε η ώρα να σας υμνήσω
πράσινα βλέμματα που με χαράξατε
ήταν τιμή μου να σας συναντήσω

Πράσινα μάτια της μάνας που βύζαξα
Που με κοιτάζουν με τόση στοργή
Πράσινο βλέμμα, γεμάτο αγωνία
Τι θα επιλέξω για αυτή τη ζωή

Πράσινα μάτια ο πρώτος έρωτας
Το πρώτο ξενύχτι και η αγωνία
Πράσινο βλέμμα μακριά σου που έφυγα
Ζεις πάντα μέσα μου χωρίς αρμονία

Πράσινα μάτια μεγάλε αδελφέ μου
Στα πρώτα μου βήματα πάντα εκεί
Πράσινο βλέμμα στην άκρη του πλάνου μου
Κάθε μου γνώμη ακολουθεί

Πράσινα μάτια εσύ που με διάλεξες
Μες τη ζωή σου για πάντα να ζήσω
Πράσινο βλέμμα, φιλά, χάδια, παιδέματα
Που δε θα μπορέσω ποτέ να τα σβήσω

Πράσινα μάτια και εσύ που με πόθησες
Κι ήξερες δε θα ‘μουνα ποτέ δική σου
Πράσινο βλέμμα και μένεις μόνος σου
Στην τόσο σκληρή επιλογή σου

Πράσινα μάτια κοιτώ στο καθρέφτη μου
Και χαμηλώνω πράσινο βλέμμα
Πόσο τρομάζω αυτά που κατάλαβα
Για όλους εσάς μην ήταν ψέμα

Εκδίκηση

Δε θέλω ,μη μ’αναγκάζεις
Και αν πρέπει δεν το μπορώ
Μη σπρώχνεις, δε θα χωρέσω
Σε καμιάς ύπαρξης το μυαλό

Το ξέρω πως με πονάς
Όμως δε νοιώθω πλέον εγώ
Και τις πληγές μου μ’απάθεια κοιτάω
Δε νοιώθω, δεν ελπίζω και ίσως δε ζω.

Ρε! Σου μιλάω! Φεύγεις τώρα
Που δεν υπάρχω πια!
Είσαι ξεφτίλας αν νομίζεις
Πως μου πήρες και την καρδιά

Υπάρχω ακόμα μες το μυαλό σου
Είμαι η τύψη που ξαγρυπνάς
Και η εικόνα στο όνειρό σου
Που για να διώξεις μιλάς, μιλάς, μιλάς…

Μα δε θα φύγω αν δεν το νοιώσω
Ότι σου έδωσα ό,τι και συ
Αν δεν πληγώσω δε θα τελειώσω
Δεν είναι εκδίκηση :είναι η ζωή

Προσκληση

Ήμασταν όλοι καλεσμένοι σε ένα γλέντι υποκρισίας
Και πήγαμε όλοι!
Όλο το πρωί γκρινιάζαμε, δεν θέλαμε να πάμε
Δεν είναι αυτά για μας…
Φτάσαμε πολύ νωρίτερα από την προκαθορισμένη ώρα,
Γιατί αδημονούσαμε-έτσι δηλώσαμε-
Και έτσι ήταν -μεταξύ μας-
Ήπιαμε sprite σε ποτήρια σαμπάνιας
Ξοδέψαμε σε λουλούδια όλα τα λεφτά της Μονόπολης
Και τα λουλούδια κατάθεση φόρου τιμής σε πίστες πορνείου
Γευτήκαμε τις καβαλίνες σα να’τανε χαβιάρι
Γελάσαμε με την σκουριασμένη μας ψυχή
Νοικιάσαμε και κάτι κομπάρσους για να είναι κακόκεφοι και να κάνουμε τη διαφορά

Φιλήσαμε και ευχαριστήσαμε αυτούς που φρόντισαν για τα μαχαίρια στη πλάτη:
Ευχαριστώ ,ήταν πολύ όμορφα. Να τα ξαναπούμε…

Δεκαοχτώ


Και από τα μάτια μου πετάγονται κισσοί
Ολάνθιστοι κισσοί ίσια μπροστά στο μέλλον
Τα χέρια μου ανοίγονται
Σα θηλυκό κυπαρίσσι φτιάχνουν το σώμα μου
Από τα δάχτυλά μου πετάγονται φλόγες
Κίτρινες φλόγες προς τα ξερά χόρτα της γης
Και τις κακές αναμνήσεις
Το κορμί μου ορθώνεται
Οι καμπύλες μου γίνονται κύματα
Γαλάζια κύματα ξεσπούν σε βράχια
Το κεφάλι μου τινάζεται πίσω
Οι χάλκινες ανταύγειες των μαλλιών μου
Γίνονται αστραπές
Χάλκινες αστραπές προς τους θεούς για ευχαριστίες
Τα χείλη μου σκίζονται να ουρλιάξουν σιωπή
Λευκή σιωπή σαν βροντή σε όνειρο
Να μην ακούγονται οι ύαινες

21/03/99

Δόνηση

Άλλος ένας χρόνος έφυγε
Κι εμείς τον χαζεύαμε
Ο ένας στον άλλον
Αντικριστά
Κι όλο αναβάλουμε
Και περιμένουμε
Κι όλο το αφήνουμε
Για πιο μετά

Χρόνια που πέρασαν
Κι εμείς θυμόμαστε
Όσα δεν είπαμε
Κι όσα δε λέμε
Κι όλο ντρεπόμαστε
Αρχή να κάνουμε
Και δε δεχόμαστε
Πως ίσως φταίμε

Τα χρόνια πέρασαν
Αχ αδελφέ μου
Και αν χαθήκαμε
Είμαι εδώ
Πάρε το χέρι μου
Αρχή να κάνουμε
Χθες μου χαρίσανε
Καινούριο σταυρό…

αναμονη

Τα πρόσωπά μας έχουν κάτι το βρεφικό.
Πολλά μοιάζουν κιόλας γερασμένα, όμως όλοι μας έχουμε κάτι από βρέφη.
Μου δίνουν την εντύπωση οι φίλοι μου πως είναι ακόμα έμβρυα και ο εαυτός μου πως δεν γεννήθηκε ακόμα.
Και την ώρα που θα γεννηθώ την έχει καθορίσει άλλος κι εγώ περιμένω.
Φοβάμαι πως ίσως κάποια μέρα ίσως βαρεθώ να περιμένω.

Έχουν περάσει οι εννιά μήνες…

Μέσα απ’το σάκο άκουσα τη μάνα μου να λέει
«πολύ με κούρασε αυτό το παιδί…»

Καλλιόπη

bing-bang

-Πες μου Θεέ μου,
Εκεί πάνω που κάθεσαι και μας κοιτάζεις
Δε χάζεψες ποτέ τα αστέρια;
Τόσο λαμπερά πάνω στο μαύρο τους γρανίτη;
Δε θέλησες ποτέ να τα χαϊδέψεις;

-Μια φορά άπλωσα το χέρι μου να τα χαϊδέψω
Τόσο φωτεινά, τόσο διαφορετικά και τόσο ομοιόμορφα!
Τόσο αλληλένδετα!

Μου ξέφυγε όμως λίγο ο παράμεσος…
Κάτι λίγο παραπάνω από χάδι
Και άρχισαν να κυλάνε και να πέφτουν
Το ένα πάνω στο άλλο και να εκρήγνυνται
Και έγινε ο κόσμος…
Η Μεσόγειος και η Σαχάρα
Τα γεράνια και οι κάκτοι
Οι αετοί και τα κοράκια
Ο Καβάφης και ο Χίτλερ
Ο πλαφασμός και ο εγκέλαδος
Οι πλατείες και τα κοιμητήρια
Οι βροχές και ο δρόλαπας
Η μέρα και η νύχτα
Εγώ κι εσύ

Τόσο διαφορετικά και τόσο ομοιόμορφα…
Τόσο αλληλένδετα!
Καλλιόπη

Ναμούρισμα

Χρυσά μεταλλόφωνα να σε κοιμίζουν
σε κούνια μωρού ,να μη θυμίζουν
τα χρόνια που πέρασες στην αναμονή
να δεις πού θα σε έβγαζε και αυτή η ζωή

Ένας παλιάτσος να αιωρείται κοντά σου
και μια νεράιδα για τα όνειρά σου.
Μ'αυτά μεγάλωσες ,μ'αυτά θα πεθάνεις
κι όμως στον ξύπνιο σου ποτέ δεν τα φτάνεις.

Το χέρι μιας μάνας να σε χαϊδεύει
να μην το νοιώθεις, να σε παιδεύει.
Και το γελάκι ενός μωρού σου
μια τύψη που κρύφτηκε μέσα στο νου σου.

Καλλιόπη

Δέκατος Όγδοος Μάης

Θέλω μια κόκκινη βοκαμβίλια στο μπαλκόνι μου
Κόκκινη σαν την αμαρτία που ποτέ δεν έπραξα κι ωστόσο πληρώνω

Θέλω δυο κόκκινες ανταύγες στα μαλλιά μου
Κόκκινες σαν ό,τι θέλησα και ποτέ δεν είχα

Θέλω ένα κόκκινο τριαντάφυλλο στο στήθος μου
Κόκκινο σαν τα δάκρυα που έχησα και τίποτα δεν πότησα

Θέλω δυο κόκκινα μάτια να με κοιτάξουν
Κόκκινα σαν τα χείλη που φίλησα και ποτέ δεν πόθησα

Θέλω έναν κόκκινο Μάη να πεθάνω
Μάη σαν κι αυτόν που δεν έζησα και ούτε τόλμησα να ονειρευτώ...

Καλλιόπη

Πόσο

Πόσο μπορεί να περιμένει ένα χάδι ανάμεσα στα δάχτυλά σου;
Για πόσο ένα φιλί τρέμει στα χείλη πριν πεθάνει;
Πόσο ν’αντέξει η ηδονή στο άγγιγμά σου;
Μέσα στους αιώνες κλαίνε τα σ’αγαπώ…
καλλιόπη

Θύμηση...

Μια ανηφόρα και αυτό το βράδυ
Ώσπου να φτάσεις στον Άγιο Ύπνο
Σιγά, βαριά ανηφορίζεις
Άπνοια παντού και υγρασία
Σα δημοσιά πού και πού τρεμοπαίζει μια λάμπα
Μια μια απαντάς τις θύμησες
Που απ’τα σοκάκια ξεπροβάλλουν
Με κάτι κουρέλια, κουρασμένες
Μια καλησπέρα αρθρώνουν
Που τυχαία τις συνάντησες
Και πάλι σκύβουν το κεφάλι
Σιγοσφυρίζουν ακαθόριστο σκοπό
Και πάλι χάνονται σε καλντερίμια σκοτεινά
Μόνο η δική της θύμηση σε ένα πρεβάζι
Σε ένα φωτισμένο παράθυρο χαμογελάει
Αφτιασίδωτη, γαλήνια
Δεν προσδοκεί
Σε περιμένει
Μόνο η δική της θύμηση για καληνύχτα

Καλλιόπη

Στις άκρες των χειλιών σου

Στις άκρες των χειλιών σου στάζει μέλι
Από θυμάρι και από γιασεμί
Αράδα κάνουν νιόφερτοι αγγέλοι
Καθένας τους για μύηση να πιεί

Στις άκρες των χειλιών σου ευλογάει
Ο Ήλιος τη Γη με τη Βροχή
Η μυγδαλιά στο γάμο αυτό πάει
Για να ραντίσει με λουλούδια τη γιορτή

Στις άκρες των χειλιών σου ο Γενάρης
Κάτι από το Μάιο διεκδικεί
Παίρνει το φλάμπουρό του και χορεύει
Μια Αλκυόνη γελάει και συνωμοτεί

Στις άκρης των χειλιών σου ένα αμπέλι
Μελαγχολεί, το καλοκαίρι νοσταλγεί
Κάνει επανάσταση! Τα φύλλα του πετάει
Πριν καλά καλά η άνοιξη να μπει

Στις άκρες των χειλιών σου παραπαίω
Και ψάχνω για να κρατηθώ
Μια λέξη, ένα νεύμα, για να λέω
Πως έχω λόγο επιτέλους για να ζω

Στις άκρες των χειλιών σου ξενυχτάω
Και φτιάχνω ένα πέπλο με τα αστέρια
Στο ονείρου σου τις πλάτες το φοράω
Πίσω σου να’ ρχονται της νύχτας τα ασκέρια

Στις άκρες των χειλιών σου ξεψυχάω
Σαν κύμα που αργοσβήνει στην ακτή
Σε όλο το κορμί σου αναριγάω
Σαν χάδι σε παλάμη ανοιχτή

kalliopi