Του Νικόλα μου

Στο ίδιο μαξιλάρι που ονειρεύεσαι
μια καληνύχτα και μιαν ανάσα θα ακουμπήσω
και με το νήμα που ως τα τώρα θα πορεύεσαι
"Έχει ο Θεός" σε ένα τελάρο θα κεντήσω

Γιούλια και κρίνα θα στολίσω το περβάζι σου
Σε μάρμαρο λευκό κι αστραφτερό
Χρώμα γαλάζιο θα βάψω το πατζούρι σου
Και μ' Άγιο Φως θα φτιάξω ένα σταυρό

Τάμα θα κάνω μια βροχή για να ποτήσει
δύο κουπιά στη χάρη του Άη Λια
για να θεριέψει και ελπίδα να χαρίσει
η νιόφυτη του κήπου σου ελιά

Να αναζητάς κάθε φορά την πρώτη σου φορά
Την ηδονή του στάθηκα όρθιος
Του "άνω Θρώσκω"

Βαρκάδα

Σα βάρκα στην ακτή είναι γερμένη
μονάχη η ζωή και περιμένει
ένα βαρκάρη βόλτα να την πάει.
Μελαγχολεί και κάθε βράδυ ξενυχτάει.

Την τρώει κάθε βράδυ το αγιάζει
μα εκείνη υπομένει, δεν πειράζει,
λίγο ακόμα και κάποιος θα φανεί
και ας περάσανε τα χρόνια, δε μπορεί!

Θέλει το κύμα στα πλευρά της να ακουμπήσει,
θέλει κι η πρύμνη της τη θάλασσα να σκίσει
κι είτε φυσάει, είτε βρέχει, δεν τη μέλει
Μόνο βαρκάδα η ζωή να πάει θέλει

Και άμα στραβώσει και νερά αν τύχει μπάσει,
στον προορισμό της άμα τύχει και δε φτάσει
δεν τηνε νοιάζει, πώς το λένε, δεν τη μέλει!
Να πάει ταξίδι η ζωή μονάχα θέλει!

Το μόνο πράγμά που δίχως άλλο θα απαιτήσει
είναι ο βαρκάρης της να θέλησε να ζήσει
με λεβεντιά η καρδιά του να χτυπάει
για να ναι άξιος βαρκάδα να την πάει!

Πολλοί ως τα τώρα καπετάνιοι πλησιάσαν
στο πρώτο σύννεφο όλοι-μα όλοι τους - δειλιάσαν!
κι όσο τη βάρκα στην ακτή ο ήλιος καίει
τόσο η ελπίδα για ταξίδι παραπαίει!

Ο Τρομοκράτης

Πρόσεχε αγόρι μου γλυκό τα όνειρά σου
Γιατί πολύ τρομάξανε τον κόσμο αυτό
Σκόρπισες ολούθε τα πολύχρωμα άλογά σου
Και στις κολώνες παίζουνε κρυφτό

Σε κάθε κίνησή σου φεύγει χρώμα
Βάφεις τους γκρίζους τοίχους θαλασσί
Κίτρινο, κόκκινο και λίγο λαχανί ακόμα
Πράσινο, μπλέ, λιλά, πορτοκαλί!

Ανοίγεις τα χεράκια σου κι ελευθερώνεις
Σπουργίτια, περιστέρια και παγώνια
Μες τις βιτρίνες ψάρια κολυμπάνε
Και τα ραδιόφωνα κατέλαβαν αηδόνια

Σκάνε γελάκια στα παρμπρίζ των αμαξιών
Κι οι οδηγοί απορημένοι σταυροκοπιούνται
Φυτρώνουνε λουλούδια στις κόχες των αυτιών
Και οι πιο ρεαλιστές τρομοκρατούνται

Ο κόσμος γύρω έντρομος κοιτάζει
Ποιος τους χαλάει την μονοτονία;
Ποιος τον ασπρόμαυρο κόσμο τους ταράζει
Και ωστόσο υπάρχει αρμονία;

Κι εγώ χαμογελώ κάτω απ’το γείσο
Και μες τα σπλάχνα μου αγόρι μου σε κρύβω
Και μέσα απ’ τα πολύχρωμα όνειρά σου
Παιδί ξανά κατάφερα να γίνω!

Μια λέξη ξεχασμένη

Μια λέξη ξεχασμένη
Πρόχειρα γραμμένη με μελάνη σπάνια και ακριβή
Στην άκρη μιας σελίδας αγωνιά…
Μια λέξη ξεψυχάει στην ώα μιας σελίδας
Ενός τόμου, ενός βιβλίου κάποτε πολυδιαβασμένου
Τώρα αφημένο σε παλαιοπωλείου ράφι,
Σκονισμένο, υγρό, σκοτεινό.
Σχεδόν τριάντα χρόνια χέρι δεν άπλωσε πάνω του.
Το σκούρο και σοβαρό του εξώφυλλο
Κανέναν δεν συγκίνησε.
Ο καθαρευουσιάνικος και αυστηρός του τίτλος,
Ο κάποτε με χρυσά γράμματα
Και τώρα, τώρα σαν σκουριασμένος να αιωρείται,
Δεν στάθηκαν εδώ και χρόνια σημείο κάποιου ενδιαφέροντος.
Κι η λέξη απελπισμένη πια
Τώρα που αποπνέει
Ψάχνει μες τις σελίδες κάπου να κρατηθεί
Μια άλλη λέξη να ταιριάξει
Ψάχνει μια πρόταση να γαντζωθεί.
Μια νέα έστω έννοια να μείνει.
Γραπώνεται στο κιτρινισμένο φόντο της σελίδας
Προσπαθεί η ίδια να προφέρει τις συλλαβές της
Έστω να τις ψιθυρίσει
-Δυο συλλαβές όλες κι όλες-
Μα οι λέξεις δεν έμαθαν να μιλούν
Μόνο να προφέρονται…

Κάτι καινούριες λέξεις μονάχα
Ξενόφερτες ή απλουστευμένες
Χωρίς στολίδια, όπως λάμδα ή όπως δέλτα,
Χωρίς καν στίξη, όπως θέλεις πρόφερέ τες,
Καμαρώνουν να ηχούν
Και να αντηχούν σε τοίχους και σε ράφια
Που γνώρισαν μεγάλη ευγλωττία…

Τώρα κατάλαβα

Τώρα κατάλαβα σπλάχνο τι πάει να πει
Τώρα που είσαι κομμάτι από τα σωθικά μου
Που κάθε χτύπος της δικής σου της καρδιάς
Αντανακλάει ηλιαχτίδες στη ματιά μου

Τώρα κατάλαβα τύψεις τι πάει να πει
Που δεν προσπάθησα λιγάκι παραπάνω
Μόνο για σένα μικρό μου αγγελούδι
Τον κόσμο αυτό λίγο καλύτερο να κάνω

Τώρα κατάλαβα ευθύνη τι θα πει
Που κάθε κίνησή μου ως τα τώρα
Χάραζε κάτι απ' τη δική σου τη ζωή
Κλειστά πακέτα από δώρα
που θα λαμβάνεις πού και πού...

Το μόνο που σου ζήτησα

Δε σας ζητώ τον οίκτο σας
Ζητώ την ανθρωπιά σας
Μη στρέφετε το βλέμμα σας
Μην κλείνετε τα αυτιά σας

Δε σας ζητώ να αλλάξετε
Ζητώ να θυμηθείτε
Γιατί το 'χετε μέσα σας
Κι απλά το αγνοείτε

Το μόνο που σας ζήτησα
- μα ακούστε με λιγάκι -
Είναι να δω στο βλέμμα σας
Εκείνο το παιδάκι

Που έλεγε τα κάλαντα
Μόνο για να κερδίσει
Μία ζεστή ανάμνηση
Να έχει να γυρίσει

Εκείνο που αποστρέφεται
Ο νέος εαυτός σας
Λες και ποτέ δεν ήτανε
Κομμάτι αυτό δικό σας

Το μόνο που σου ζήτησα
- μη σκύβεις το κεφάλι -
Είναι πριν να'ναι πια αργά
Παιδί να γίνεις πάλι